Χριστιανοί απολογητές

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
  • Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΛΟΓΗΤΩΝ
  • (Αριστείδης, Ιουστίνος, Τατιανός, Αθηναγόρας, Θεόφιλος Αντιοχείας, επιστολή προς Διόγνητον, Μινούκιος Φήλιξ, Octavius, Τερτυλλιανός, Μελίτων Σάρδεων, Κοδράτος, Αρίστων, Μιλτιάδης, Απολλινάριος)
  • Όλοι οι Απολογητές Πατέρες, ως οι πρώτοι γνήσιοι Θεολόγοι της Εκκλησίας, ανέλαβαν το βαρύ και δυσχερές έργο να παρουσιάσουν και να εκθέσουν συστηματικά ενώπιον των πολιτικών και πνευματικών ιθυνόντων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας την αλήθεια του Χριστιανισμού έναντι του ψεύδους των παλαιών θρησκειών, και συνάμα να αποκρούσουν τις, εκ μέρους των Εθνικών και Ιουδαίων, ποικίλες κατηγορίες κατά των Χριστιανών για αθεΐα, ασέβεια, Θυέστεια δείπνα, Οιδιπόδειες μίξεις και πολιτική συνωμοσία. Στα έργα των Απολογητών παρουσιάζεται εκλογικευμένος (εκφιλοσοφημένος) ο Χριστιανισμός ως η μόνη εξ υπερφυσικής Αποκαλύψεως θρησκεία του πνεύματος, της ελευθερίας και της απόλυτης ηθικής. Ως τοιαύτη δε αποκαλυμμένη και απόλυτη θρησκεία βρίσκεται σε ριζική αντίθεση με όλες τις προηγούμενες πολυθεϊστικές και ειδωλολατρικές θρησκείες, στις οποίες αναμειγνύονταν ψέμα, πλάνη, μυθοπλασία και μαγεία. Έτσι, οι Απολογητές, με μια αισιόδοξη αντίληψη για τον κόσμο, συμβίβασαν Χριστιανισμό και πνευματικό πολιτισμό, υψώνοντας το Χριστιανισμό σε παγκόσμια και διαχρονική θρησκεία.
  • Οι Απολογητές δέχτηκαν επιρροές από τη σύγχρονή τους φιλοσοφία, του Στωικισμού. «Όσα ουν παρά πάσι καλώς είρηται, ημών των Χριστιανών εστιν» (Ιουστίνος Μάρτυς και Φιλόσοφος)[1], αφού οι αρχαίοι Έλληνες Ποιητές και Φιλόσοφοι είτε παρέλαβαν πολλά εκ των Εβραίων Προφητών (Ιουστίνος, Τατιανός, Θεόφιλος, Τερτυλλιανός), είτε φωτίστηκαν δια του <Σπερματικού Λόγου>: «οι μετά Λόγου βιώσαντες Χριστιανοί εισιν, καν άθεοι ενομίσθησαν, οίον εν Έλλησι μεν Σωκράτης και Ηράκλειτος και οι όμοιοι αυτοίς, εν Βαρβάροις δε Αβραάμ και Ανανίας και Αζαρίας και Μισαήλ και Ηλίας και άλλοι πολλοί» (Ιουστίνος). Κατά τον Τερτυλλιανό “anima naturaliter Christiana” [πρώτη χριστιανική Ψυχολογία ιατρού Σωρανού (αρχές 2ου αι.) από την Έφεσο].Κατά τον Τατιανό και οι (Χριστιανές) γυναίκες μπορούν να ονομάζονται φιλόσοφοι, όπως, άλλωστε, και κάθε αληθής Χριστιανός, που αποτελεί το φως και το άλας του κόσμου (Αριστείδης). Αντίθετα, όμως, ο Θεόφιλος Αντιοχείας παρουσιάζει τη σοφία των Φιλοσόφων ως δαιμονική. Ως αρνητικό, ομοίως, της θεολογίας των Απολογητών μπορεί να καταλογισθεί το δόγμα περί υποταγής (subordinatio) του Υιού στο Θ. Πατέρα. Κατά τον Αθηναγόρα και την προς Διόγνητον επιστολή, η ψυχή του ανθρώπου είναι «φύσει» αθάνατη, ενώ, κατά τον Ιουστίνο και Τατιανό, «χάριτι». Οι Απολογητές εξαίρουν την ελευθερία βουλήσεως του ανθρώπου σε αντίθεση με τούς Γνωστικούς και τους Στωικούς. Ως προς τα Μυστήρια το μεν Βάπτισμα ονομάζεται «αναγέννησις» (Ιουστίνος) και «λουτρόν παλιγγενεσίας» (Θεόφιλος), ενώ η Θ. Ευχαριστία εκλαμβάνεται κυρίως ως θυσία (Ιουστίνος, Ειρηναίος).
  • [1] Πρβλ. Α. Θ ε ο δ ώ ρ ο υ, Η Θεολογία του Ιουστίνου, φιλοσόφου και μάρτυρος και αι σχέσεις αυτής προς την ελληνικήν φιλοσοφίαν, εν Αθήναις 1960.
  • Επιχειρηματολογία
  • Οι χριστιανοί απολογητές του 2ου αιώνα υπερασπίστηκαν την Χριστιανοσύνη μέσω τεσσάρων θεμελιωδών επιχειρημάτων:
  1. Η επίδραση που ασκεί η Χριστιανοσύνη στην ηθική των ακολούθων της. Η χριστιανική ελεημοσύνη, η κοινοκτημοσύνη, η αυτάρκεια, η απομάκρυνση από το μίσος ήταν ορισμένα από τα ηθικά οφέλη που τονίζονταν.
  2. Οι προφητικές προβλέψεις που προέρχονται από τον Ιησού Χριστό και τους Προφήτες.
  3. Οι αποδείξεις από την αρχαιότητα. Δινόταν έμφαση στην συνοχή και την ενότητα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, καθιστώντας φανερό ότι ο Χριστιανισμός δεν ήταν μια νέα ή πρόσφατη θρησκεία αλλά μια θρησκεία που έφτανε ως τον Μωυσή, ο οποίος προηγήθηκε από τους Έλληνες ποιητές και σοφούς[εκκρεμεί παραπομπή].
  4. Τα θαύματα του Ιησού Χριστού. Αυτό το επιχείρημα χρησιμοποιήθηκε λιγότερο καθώς εκείνη την εποχή υπήρχε πληθώρα περιφερόμενων μάγων και ψευδόχριστων (ψευδομεσσίες), οι οποίοι εμφανίζονταν να εκτελούν θαύματα.

Αξιολόγηση του έργου των Απολογητών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι απολογητές, που χαρακτηρίζονται «φιλοσοφούντες θεολόγοι»,[1] θεωρείται ότι έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη διάδοση του Χριστιανισμού. Κατά κύριο λόγο ασχολήθηκαν με τους διανοούμενους εθνικούς της εποχής τους, καθώς και οι ίδιοι ήταν διανοούμενοι. Η θεολογία που εκφράζουν δεν είναι πλήρης, καθώς «ενδιαφέρθησαν δι' όσα στοιχεία ήτο εύλογον ότι θα εγένοντο αποδεκτά από τους συνομιλητάς των, τα στοιχεία εκείνα τα οποία σήμερον θεωρούμεν ως περιεχόμενον της λεγομένης φυσικής θεολογίας».[2] Παρουσιάζουν μια «σύνθεση της ελληνικής φιλοσοφίας με τη διδασκαλία του Χριστιανισμού»[3] καθώς χρησιμοποιούν την ελληνική φιλοσοφία για να υπερασπίσουν τη νέα θρησκεία.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Βλ. Αθανάσιου Δεληκωστόπουλου "Ελληνικός στοχασμός και χριστιανική διανόηση", σελ. 262.
  2. Βλ. Π.Χρήστου, ΘΗΕ τ. 6, στ. 256. Στο έργο του Αθανάσιου Δεληκωστόπουλου "Ελληνικός στοχασμός και χριστιανική διανόηση".
  3. Βλ. Ν. Λούβαρι, Ιστορία της Φιλοσοφίας, τ. Ι, σελ. 146-147.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σάββας Αγουρίδης, Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ αιώνα μ.Χ., Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997.
  • Νικόλαος Τζιράκης, Απολογητές—Συμβολή στη σχέση των απολογιών με την αρχαία ελληνική γραμματεία, Αρμός, Αθήνα 2003.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • New Catholic Encyclopedia 2nd ed., 2003, Τόμ. 1ος, λήμμα «Apologetics, History of».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]